Το κρασί αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού για πάνω από 4000 χρόνια, κάτι που έχουν αποκαλύψει οι πολυάριθμες αρχαιολογικές ανακαλύψεις σε όλη την Ελλάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν καλά τη θρεπτική αξία του κρασιού, έτσι έγινε αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας τους. Το κρασί έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τοπικής οικονομίας. Για τους αρχαίους Έλληνες η κουλτούρα του κρασιού ενσωματώθηκε στην θεότητα, και ειδικότερα στον θεό Διόνυσο. Ο Διόνυσος ήταν γιος του Δία και της Σεμέλης, ήταν ένας από τους πιο λατρευτούς Έλληνες Θεούς και έχει εμπνεύσει καλλιτέχνες, φιλοσόφους αλλά και τις ζωές των καθημερινών ανθρώπων. Πολλές εκδηλώσεις γινόντουσαν προς τιμήν του Διονύσου κατά την αρχαιότητα. Μια γιορτή γύρω από το κρασί ήταν γνωστή ως “Ανθεστήρια” ή “το φεστιβάλ των λουλουδιών» και πιθανότατα το όνομά του προέρχεται από το γεγονός ότι τα αρχαία Ελληνικά κρασιά ήταν διάσημα για τα αρώματα λουλουδιών τους. Τα Ανθεστήρια γινόντουσαν το Φεβρουάριο, όταν τα βάζα της ζύμωσης του κρασιού ήταν έτοιμα να ανοίξουν.
Μια άλλη δημοφιλής εκδήλωση ήταν η μεγάλη γιορτή γνωστή ως «Διονύσια» που πραγματοποιούνταν στην Αθήνα κάθε Μάρτιο. Εκτός από την υποδοχή της άνοιξης τα Διονυσία πιστεύεται ότι είχαν ακολουθήσει τη βαβυλωνιακή παράδοση του εορτασμού της Πρωτοχρονιάς το Μάρτιο. Το αξιοσημείωτο είναι ότι το θέατρο του Διονύσου βρίσκεται κάτω από τον Παρθενώνα και αποτελεί μια σαφής απόδειξη για την ισχυρή επιρροή του Θεού στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων. Οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν να οργανώνουν πνευματικές συγκεντρώσεις που τα ονόμαζαν “συμπόσια” όπου έτρωγαν και μιλούσαν για προκαθορισμένα φιλοσοφικά θέματα πίνοντας κρασί. Ενώ η μετριοπάθεια ήταν αυστηρή, οι αρχαίοι Έλληνες αξιοποιούσαν τις ευεργετικές επιδράσεις του κρασιού για να βοηθήσουν στην επίτευξη μεγαλύτερης πνευματικής διαύγειας και συνειδητοποίησης. Το κόκκινο και λευκό κρασί ήταν πάντα αραιωμένο με νερό πριν το πιούν και το τοποθετούσαν σε ένα βάζο που ονομαζόταν «Κρατήρας», ένας όρος που προέρχεται από την ελληνική λέξη krasis, που σημαίνει μίγμα κρασιού και νερού. Τα πρώτα ίχνη της παραγωγής κρασιού στην Ελλάδα βρέθηκαν στο νησί της Κρήτης, στο μέσον του 3ου αι. Π.Χ. Πολλές συναρπαστικές γνώσεις σχετικά με την κουλτούρα του κρασιού βρέθηκαν στο Μινωικό χωριό Μύρτος κοντά στην Ιεράπετρα. Κάποια από τα αντικείμενα που βρέθηκαν ήταν πήλινες πρέσες για το κρασί, ποτήρια κρασιού, αμφορείς και σπόροι ανακαλύφθηκαν σε όλο το νησί της Κρήτης φέρνοντας στο φως το σημαντικό ρόλο που έχει διαδραματίσει το κρασί στον ελληνικό πολιτισμό από την αρχαιότητα.
Ανακαλύψεις τάφων στην Κρήτη που χρονολογούνται από μεταξύ 3000-2000 π.Χ., απεικονίζουν πιστά αντίγραφα των πατητηριών και πιθανώς το αρχαιότερο πατητήρι στον κόσμο βρέθηκε στα ερείπια στο Βαθύπετρο κοντά στο χωριό Αρχάνες. Μερικές από τις πιο εκπληκτικές ανακαλύψεις είναι τα πολυάριθμα καλοδιατηρημένα σκάφη κρασιού που βρέθηκαν στις αποθήκες του ανακτόρου του βασιλιά Μίνωα στην Κνωσό. Η ξαφνική εξαφάνιση κάθε ίχνους του Μινωικού πολιτισμού γύρω στο 1600 π.Χ., πιστεύεται ότι σχετίζεται με την τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη στο γειτονικό νησί του Αιγαίου, της Σαντορίνης. Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός που επικεντρώνεται στην Πελοπόννησο υπήρχε το 1600-1100 π.Χ. και ήταν ο επόμενος σημαντικότερος ελληνικός πολιτισμός για να ακολουθήσει την Μινωική Περίοδο. Ανάμεσα στα πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν ήταν όμορφα ποτήρια κρασιού, φτιαγμένα από χρυσό και ασήμι, ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία ότι οι αρχαίοι Μυκηναίοι δεν ήταν μόνο καλά εκπαιδευμένοι πολεμιστές, αλλά και άνθρωποι που εκτιμούσαν το καλό κρασί και το αντιμετώπιζαν με σεβασμό.
Τα τελευταία χρόνια, η ελληνική βιομηχανία οίνου έχει υποστεί τεράστια βελτίωση με σοβαρές επενδύσεις σε σύγχρονη τεχνολογία οινοποίησης. Η νέα γενιά των οινοποιών εκπαιδεύεται στα καλύτερα σχολεία κρασιού σε όλο τον κόσμο και οι προσπάθειές τους αποδίδουν καρπούς, καθώς τα ελληνικά κρασιά συνεχίζουν να λαμβάνουν τα υψηλότερα βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς, και την αναγνώριση που τους αξίζει σε όλο τον κόσμο. Αυτό που κάνει το ελληνικό κρασί τόσο μοναδικό είναι ότι οι πάνω από 300 γηγενείς ποικιλίες σταφυλιών που καλλιεργούνται στη χώρα, έχουν καλλιεργηθεί ήδη από τα αρχαία χρόνια. Πολλοί από τους καλύτερους κριτικούς κρασιού στον κόσμο συμφωνούν ότι οι ξεχωριστές γεύσεις που προέρχονται από αυτές τις γηγενείς ποικιλίες σταφυλιών είναι ένα ισχυρό πλεονέκτημα marketing για την ελληνική βιομηχανία οίνου. Αυτή η εκτεταμένη ποικιλία των σταφυλιών σε συνδυασμό με το μέτριας έντασης ελληνικό κλίμα, την άφθονη ηλιοφάνεια, την χαμηλή βροχόπτωση και το έδαφος μέτριας γονιμότητας συνδυάζονται για να παρέχουν ένα άριστο περιβάλλον για την παραγωγή κρασιών υψηλής ποιότητας.